fbpx

Η φροντίδα στην Ελλάδα

Μοιραστείτε το:

Το δημογραφικό προφίλ της Ελλάδας

Η πρόοδος της ιατρικής επιστήμης και η έμφαση σε πολιτικές πρόληψης και αγωγής υγείας έχουν οδηγήσει σε παγκόσμια κλίμακα στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Στην Ελλάδα, αναμένεται ότι μέχρι το 2050

  • ο αριθμός των πολιτών άνω των 65 ετών θα αυξηθεί από 22% σε 33,8%.

  • ο αριθμός αυτών που ανήκουν στο ηλικιακό φάσμα 85+ θα διπλασιαστεί από 3,3% σε 7%.

( Δημογραφική Πυραμίδα 2010-2020-2050: βάση=νεότερες ηλικίες-κορυφή=μεγαλύτερες ηλικίες, https://population.un.org/wpp/Graphs/DemographicProfiles/Pyramid/300)

Το φαινόμενο της υπογεννητικότητας δεν είναι καινούριο στη χώρα μας και φαίνεται ότι με το πέρας των χρόνων γίνεται ακόμα πιο έντονο.

2016: για κάθε 100 παιδιά, αντιστοιχούσαν 148,4 ενήλικες άνω των 65 ετών.

2030: για κάθε 100 παιδιά, αναμένεται να αντιστοιχούν 230 ενήλικες άνω των 65.

Ωστόσο, η αύξηση το προσδόκιμου ζωής δεν φαίνεται να συνεπάγεται και την καλή υγεία και ποιότητα ζωής, καθώς το ποσοστό εξάρτησης των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας από άλλους τείνει να έχει αυξητική πορεία, ενώ τα χρόνια ζωής με καλή υγεία, πτωτική. Φαίνεται ότι με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής αυξάνεται και το ποσοστό των ατόμων που πάσχουν από χρόνιες ασθένειες και αναπηρίες, όπως και από διάφορα είδη άνοιας. Σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τα τελευταία χρόνια, το ποσοστό της προσδόκιμης επιβίωσης των Ελλήνων μένει σταθερό κάτι που αποδίδεται και στη μειωμένη σημασία που δίνεται γενικότερα στην πρόληψη.

Ακόμη κι αν στη χώρα μας το ποσοστό του προσδόκιμου ζωής μένει σταθερό τα τελευταία χρόνια, δεν παύει να είναι υψηλό και να συνεπάγεται, συχνά, την ανάγκη μακροχρόνιας φροντίδας και στήριξης των μεγαλύτερων συνανθρώπων μας. Γι’ αυτό, η ύπαρξη φροντιστών κρίνεται απαραίτητη.

Η μακροχρόνια φροντίδα και η στήριξη των μεγαλύτερων ενηλίκων στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει κάποιος σταθερός και καθολικός σχεδιασμός για τη μακροχρόνια φροντίδα των μεγαλύτερων ενηλίκων. Το φορτίο κι ευθύνη της φροντίδας έχει μετατοπιστεί και θεωρείται υποχρέωση της οικογένειας, κάτι που έχει συνδράμει αρκετά στην υπανάπτυκτη θέση του κλάδου των επαγγελματιών φροντιστών και στη μη επίσημη αναγνώρισή τους. 

Πέρα από την παροχή κάποιων ειδικών επιδομάτων, η εμπλοκή της Πολιτείας είναι περιορισμένη. Οι δημόσιες μονάδες μακροχρόνιας νοσηλείας χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό και από ημερήσιες αμοιβές που καταβάλλονται από οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης. Αν και δεν υπάρχει σαφής αριθμός κρεβατιών μακροχρόνιας περίθαλψης σε δημόσια νοσοκομεία, φαίνεται ότι ο αριθμός αυτών είναι πολύ περιορισμένος, ενώ δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τον αριθμό τέτοιου είδους κλινών σε ορισμένες ιδιωτικές κλινικές που έχουν συνάψει σύμβαση με τον Εθνικό Οργανισμό Υγείας. Μέχρι και πρόσφατα, οι δημόσιες δομές παροχής υπηρεσιών σε άτομα με ήπια γνωστική διαταραχή και ανοϊκούς ασθενείς ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. To 2014 δημιουργήθηκε το Εθνικό Παρατηρητήριο για Άνοια-Alzheimer και το 2016 υιοθετήθηκε το Εθνικό Σχέδιο Δράσης που αφορούσε στη δημιουργία μονάδων φροντίδας και στην στήριξη των (άτυπων) φροντιστών. Γενικότερα, από το 2000 και έπειτα και χάρη σε ευρωπαϊκά κονδύλια υπήρξε σημαντική αύξηση στις δομές παροχής υπηρεσιών μακροχρόνιας περίθαλψης και κοινωνικής υποστήριξης των μεγαλύτερων ενηλίκων στην κοινότητα και στις οικίες τους.
Οι δομές που υπάρχουν σήμερα στη χώρα (αν και μη ισότιμα κατανεμημένες γεωγραφικά) και στις οποίες απασχολούνται επαγγελματίες φροντιστές είναι οι ακόλουθες:
  • Μονάδες Χρόνιας Νοσηλείας Ασθενών
  • Μονάδες Φροντίδας Ηλικιωμένων (Μ.Φ.Η.)
  • Κέντρα Ημέρας Φροντίδας Ηλικιωμένων (Κ.Η.Φ.Η.)
  • Κέντρα Ανοικτής Προστασίας Ηλικιωμένων (Κ.Α.Π.Η.)
  • Κέντρα Ημέρας για ασθενείς με Άνοια
  • Πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι»
  • Ξενώνες φιλοξενίας
  • Ψυχογηριατρικά ιατρεία αντιμετώπισης άνοιας
  • Ψυχογηριατρική Κλινική Α.Π.Θ. & Δ.Π.Θ. & Πανεπιστημίου Πάτρας
  • Ελληνική Εταιρεία Νόσου Alzheimer
  • ο Νέστωρ (φροντίδα ασθενών με άνοια και οικογενειών τους)

Ποιες είναι οι ανάγκες των φροντιστών;